“Η διάγνωση δεν είναι ταφόπλακα!”


Το σάκχαρο ως αυτοάνοσο σύνδρομο, μέσα από τις ιστορίες καθημερινών ανθρώπων και ειδικών, η σχέση του με τις νευροεκφυλιστικές ασθένειες και οι τεταμένες σχέσεις φροντιστών και ασθενών

“Πάλι έφαγες γλυκό;”

Ήταν Σάββατο. Η εβδομάδα μου ήταν τόσο κουραστική, που δεν είχα όρεξη να σηκωθώ νωρίς το πρωί. Όμως, όταν ζεις σε ένα σπίτι, που η φασαρία βράζει εντός των τεσσάρων τειχών του, εξαιτίας του υπερπληθυσμού, που κατοικεί σε αυτό, θέλεις, δε θέλεις, ξυπνάς νωρίς. Δεν το πιστεύω, μαλώνουν. Αλλά για τι πράγμα; Δεν το σκέφτομαι δεύτερη φορά. Πάω στην σκάλα να κρυφακούσω. Κάθομαι στο κεφαλόσκαλο και παρακολουθώ με αμείωτο ενδιαφέρον το show, που διαδραματίζεται στον κάτω όροφο.

“Τι δεν καταλαβαίνεις; Δεν κάνει να φας. Τι θέλεις; Να πεθάνεις θέλεις; Και τι θα κάνουμε όλοι εμείς;”

“Ωχ! Δεν βαρέθηκες να φωνάζεις! Παράτα με!”

“Καλά, εγώ δεν θα ξαναμιλήσω. Ούτως ή άλλως μιλάω δε μιλάω στα άγραφά σας με γράφετε όλοι σας εδώ μέσα. Φάε εσύ. Φάε να σκάσεις!”

Από τον προηγηθέντα καβγά, καταλαβαίνω ότι ο παππούς μου μάλλον έχει κάνει την ατασθαλία του πάλι. Τον καταλαβαίνω. Σε ένα σπίτι, στο οποίο υπάρχουν παιδιά, τα οποία θέλουν επιδόρπιο μετά το μεσημεριανό φαγητό, πάντα υπάρχει κάποιο γλυκό. Όμως δεν μπορώ να πω ότι δεν συμμερίζομαι τις ανησυχίες της γιαγιάς μου, η οποία, ως φροντίστριά του, γνωρίζει καλά την ασθένεια και περιμένει το επόμενο χτύπημα, για το οποίο την έχουν προειδοποιήσει οι γιατροί.

Η περίπτωση του ασθενούς του διαβητολογικού ιατρείου

Η κυρία Φωτεινή Καραμιχάλη είναι ειδική Παθολόγος με εξειδίκευση στην ασθένεια του διαβήτη. Η ίδια της θυμάται από την εποχή που ήταν ειδικευόμενη ένα περιστατικό ενός διαβητικού ανθρώπου, ο οποίος, επειδή δεν μπορούσε να αποπληρώσει την δόση ινσουλίνης που χρειαζόταν, κατέληξε στο διαβητολογικό ιατρείο που εκείνη εργαζόταν. “Συνήθως μας μένει στο μυαλό όταν μπορεί να είναι το πιο σοβαρό περιστατικό Οι προσλαβές είναι συνήθως τα πρώτα που αντιμετωπίζουμε και κυρίως σαν ειδικευόμενοι όταν ξεκινάμε στα νοσοκομεία αυτό που μας κάνει έτσι άσχημη εντύπωση ή μας μένει σαν εικόνα είναι όταν ένας ασθενής θα μας φτάσει σε κόμμα ή θα κάνει διαβητική εκτόξευση που είναι μια δυνητικά επικίνδυνη και θανατηφόρα κατάσταση και θα πρέπει να τον βγάλουμε άμεσα από αυτήν χωρίς να έχει προλάβει να την καταπολεμήσει αυτή την κατάσταση με έναν αγώνας δρόμου ή εμείς θα προλάβουμε να τον βγάλουμε ή αυτή θα προλάβει να κάνει καταστροφές και, όταν φτάνουμε σε τέτοιες καταστάσεις ή όταν ο ασθενής φτάνει σε υπογλυκαιμίες, πάντα ξυπνάει και επανέρχεται με λιγότερα νευρικά κύτταρα. Πάντα χάνουμε, όταν ξυπνάμε. Θυμάμαι ότι ο καθηγητής μας έλεγε, κάθε φορά ξυπνάμε πάντα λίγο πιο χαζοί από την υπογλυκαιμία, γιατί καίγονται κάποια κύτταρα. Ναι, θυμάμαι έτσι νεαρό ασθενή ο οποίος για οικονομικούς λόγους δεν μπορούσε να πάρει σωστά την ινσουλίνη που χρειαζόταν έπαιρνε μισές δόσεις από τις ανάγκες του ήταν πάντα πολύ οριακά ρυθμισμένος οριακά όχι στο να είναι καλή ρύθμισή του ανάμεσα στο να πέφτει σε κόμμα και το να μένει ξύπνιος. Πολύ οριακή η ρύθμισή του και πάρα πολλές φορές κατέληγε στα επείγοντα του νοσοκομείου, που ήμουν, και κάναμε πολύ αγώνα να τον επαναφέρουμε, γιατί κάποια στιγμή τον θεωρούσαμε και δικό μας άνθρωπο. Ήταν τόσο συχνά πλέον στα επείγοντα που απευθυνόμασταν με το μικρό του, μας φώναζε και εκείνος με τα μικρά μας ονόματα και λυπόμασταν και το γεγονός ότι ναι μεν το καταφέραμε και αυτή τη φορά, γιατί ξέραμε ότι θα ακολουθήσει και άλλη, γιατί δεν είχε την δυνατότητα ο άνθρωπος. Είναι ένας άνθρωπος που μου έχει μείνει και η εικόνα του και κάποιες νοσηλείες του πιο έντονες. Μπορεί να έχουμε συναντήσει και πολύ χειρότερες επιπλοκές με ασθενείς αλλά αυτό είναι το πρώτο που αντιμετωπίζεις και πάντα τα πρώτα σου μένουν και μου μένουν και σαν φυσιογνωμίες κάποιοι ασθενείς”.

“Ουσιαστικά είναι μάστιγα…”

Η ίδια της ξεκινά να μας περιγράφει την ασθένεια και τα παθολογικά αίτια, που μας οδηγούν στην διάγνωση του: “Ουσιαστικά, θεωρώ ότι είναι μάστιγα. Είναι η πρώτη αιτία, ίσως από τα παθολογικά περιστατικά που αυξάνει την νοσηρότητα. Νομίζω ότι προκαλείται από τον λανθασμένο, γενικότερα, τρόπο ζωής. Έχουμε περισσότερα άτομα, πλέον, με ζαχαρώδη διαβήτη, γιατί έχει αλλάξει η ποιότητα της ζωής μας. Είναι αυτοάνοσο, αλλά σε πολύ μεγάλο βαθμό το πυροδοτούμε από το λανθασμένο τρόπο ζωής. Τα πρώτα σημάδια που θα μας δείξουν έναν διαβήτη και τα πιο χαρακτηριστικά, είναι τα τρία Π. Πολυφαγία, πολυδιψία, πολυουρία. Ένα άτομο τρώει χωρίς να έχει την αίσθηση ότι θα χορτάσει και ξανά τρώει, ενώ πίνει νερό, διψάει, και ενώ έχει ουρήσει ικανοποιητικά, δεν είναι ,δηλαδή, όπως είναι στην ουρολοίμωξη που πηγαίνω πολλές φορές και κάνω λίγο-λίγο γιατί κάτι με ενοχλεί, είναι μεγάλη ποσότητα ούρησης, κανονική ούρησης και απλώς θα ξανά πάμε και θα κάνουμε μεγάλη ποσότητα. Η κύστη μας είναι γεμάτη και έχουμε αυτήν όντως την αίσθηση, δεν είναι το λανθασμένο που έχουμε στην ουρολοίμωξη, ότι πάω, θέλω και δεν υπάρχει κάτι να βγει. Έχουμε κανονικά πολυουρία. Έχουμε το καμπανάκι και, κυρίως, η νυχτερινή ούρηση. Ξεκινάει σιγά-σιγά με τη νύχτα να σηκωνόμαστε μία-δύο φορές και μετά να διψάμε πολύ, να νομίζουμε ότι επειδή ήπιαμε νερό, πήγαμε στην τουαλέτα, αλλά όχι, είναι τα τρία πι. Πολυφαγία, πολυουρία, πολυδιψία”.

“Η νόσος Alzheimer έχει χαρακτηριστεί ως διαβήτης τύπου 3”.

Πολλές είναι οι ιατρικές ειδικότητες που θα ασχοληθούν με ένα ζαχαροδιαβητικό. Από τον διαβητολόγο και τον οφθαλμίατρο μέχρι και τον καρδιολόγο, τον αγγειολόγο, τον νεφρολόγο και τον νευρολόγο. Η κυρία Καραμιχάλη μας εξηγεί τα αίτια, που συμβαίνει αυτό: “Το ζάχαρο χτυπάει ύπουλα δεν πονάει κάποιον δεν αισθάνεται αδιαθεσία παρά μόνο όταν θα αρχίσει να κάνει επιπλοκές. Άρα το πρώτο που θα πρέπει να κάνουμε είναι να θορυβηθούμε και να αλλάξουμε τον τρόπο της ζωής μας. Να παίρνουμε την αγωγή μας, να κάνουμε την δίαιτά μας, αλλιώς τα όργανα στόχοι είναι ο εγκέφαλος, η καρδιά, τα νεφρά μας. Είναι πολύ ζωτικά όργανα μπορεί εύκολα να πάθει κάτι κάποιος ζαχαροδιαβητικός, γιατί θεωρείται σχεδόν ότι είναι στεφανιαίος ασθενής, δηλαδή πάσχουν τα αγγεία του”.

Ωστόσο, η ειδική νευρολόγος Ανθούλα Τσολάκη θεωρεί ότι ο εγκέφαλος βρίσκεται σε ένα δεύτερο στάδιο κινδύνου από τον διαβήτη, παρόλο που η ίδια της χαρακτηρίζει την νόσο Alzheimer ως διαβήτη τύπου τρία. Ο λόγος που μας το λέει, όμως, αυτό είναι ο εξής: “Οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη, δηλαδή, αυτοί που έχουν σοβαρό σακχαρώδη αρρύθμιστο διαβήτη δεν φτάνουν συχνά να κάνουν νευροεκφυλιστικά νοσήματα, γιατί τους προλαβαίνουν τα καρδιαγγειακά. Όμως πρακτικά μπορούν να εμφανίσουν οποιαδήποτε ασθένεια ή σύνδρομο νευρολογικής φύσεως”.

Έπειτα συνεχίζει λέγοντας: “ο διαβήτης, αρχικά, κάνει μικροαγγειοπάθεια και όχι μακροαγγειοπάθεια συν το χρόνο, όμως, αυτό είναι συσσωρευτικό και μπορεί να δημιουργήσει, γιατί μικρά αγγεία ,σαφώς, έχουμε και στον εγκέφαλό μας, χρόνια προβλήματα. Δεν είναι σπάνια η νοσηρότητα με διαβήτη για ηλικίες άνω των 60, δεν είναι σπάνια η νοσηρότητα άνοιας για άτομα με σακχαρώδη διαβήτη. Παρόλα αυτά, συνήθως, όταν υπάρχει, είναι στην τρίτη ηλικία μαζί με την άνοια. Είναι σε ένα πλαίσιο, συνήθως, διαχειρήσιμο με φαρμακευτική αγωγή. Σε νεότερες ηλικίες, όμως, βλέπουμε βαριές παθολογίες και η αλήθεια είναι όταν βλέπουμε έναν ασθενή με σάκχαρο και νευροεκφυλιστικές ασθένειες, ο φόβος μας δεν είναι μη χειροτερεύσει η μνήμη του. Ο φόβος μας είναι μην πάθει έμφραγμα ή κάνει νεφρική ανεπάρκεια ή μην χάσει τα μάτια του. Αυτός είναι ο κύριος φόβος μας και μετά έρχεται η νόηση, γιατί σε πρώτη φάση κινδυνεύει η ζωή του και, όπως σε όλη την ιατρική, έχουμε κανόνες A,B,C,D. Το D είναι η νευρολογία. Προϋποθέτει ότι το A, ο αεραγωγός και η αναπνοή μας είναι ικανοποιητική, το C είναι η κυκλοφορία, η αιμάτωσή μας είναι ικανοποιητική. Αν δεν έχω εξασφαλίσει το A,B,C δεν πάω στο D, που είναι το νευρολογικό φάρμακο. Επομένως, πρέπει ο σακχαρώδης διαβήτης, όπως και όλες οι νοσηρότητες της τρίτης ηλικίας, που αποτελεί βασικό καρδιαγγειακό παράγοντα κινδύνου, οπωσδήποτε από νωρίς, ειδικά στους μεσήλικες, να δίνεται η απαραίτητη προσοχή, για να ρυθμίζεται, γιατί το σάκχαρο, όταν θα δώσει την παρουσία του, δεν θα φύγει μετά. Δουλεύει ήσυχα για πολύ πολύ καιρό πριν δώσει το παρόν και μετά είναι μη αναστρέψιμα τα αποτελέσματα”.

Η ειδική παθολόγος Φωτεινή Καραμιχάλη, θέλοντας να ολοκληρώσει το θέμα για τις επιπτώσεις του ζαχάρου στην υγεία μας, κλείνει λέγοντας: “Μπορεί να μας κάνει έμφραγμα, μπορεί να μας κάνει εγκεφαλικό, μπορεί να μας κάνει νεφρική ανεπάρκεια που είναι και τα πιο σοβαρά. Από εκεί και πέρα κάνει και άλλα πράγματα, όπως είναι η διαβητική πολυνευροπάθεια, κάνει σύνδρομα ανήσυχων ποδιών, που είναι και αυτό μέσα στη διαβητική πολυνευροπάθεια, κάνει πολλές επιπλοκές, αλλά τα κυριότερα είναι τα όργανα στόχοι νεφρά, καρδιά, εγκέφαλος”.

Κατάθλιψη, άνοια και ζάχαρο: η περίπτωση της κυρίας Μ.

Η κυρία Μ., κάτοικος ενός χωριού της Δυτικής Θεσσαλονίκης, διαγνώστηκε με σάκχαρο το 1988. Ήταν ένας άνθρωπος δραστήριος και δυναμικός. Σιγά σιγά το σάκχαρο άρχισε να την χτυπά αλύπητα στα νεύρα. Διαγνώστηκε με διαβητική άνοια, η οποία στην συνέχεια, άρχισε να εξελίσσεται σε γεροντική, καθώς περνούν τα χρόνια. Εκτός από αυτά το 2000, διαγνώστηκε με κατάθλιψη. “Όσο περνούν τα χρόνια, είναι δυσκολότερη. Στην αρχή η κατάθλιψη έφτασε σε ένα σημείο θεραπείας θα έλεγα, παρόλο που δεν έκοψε τα αντικαταθλιπτικά, αλλά λειτουργούσε σωστά για κάποια χρόνια. Μετά από ένα πολύ θλιβερό γεγονός, επανήλθε η κατάθλιψη και άρχισε να εξελίσσεται σε άνοια. Τώρα είναι στο στάδιο που επαναλαμβάνεται συνεχώς, δεν έχει καμία σχέση με τον άνθρωπο που ήταν. Αυτοεξυπηρετείται στα βασικά, αλλά στα υπόλοιπα χρειάζεται επιτήρηση. Δεν κάνει κάτι, που θα μπορούσε να κάνει ένας υγιής άνθρωπος. Πρέπει να της τα πεις, για να τα κάνει, σε σχέση με τις δουλειές του σπιτιού, την ατομική της υγιεινή την φροντίζει, θα έλεγα, έχουμε βρει δικλείδες και μπορεί να πάρει τα φάρμακά της και να κάνουμε τις ινσουλίνες της με πρόγραμμα. Αν βγούμε εκτός προγράμματος, αποσυντονίζεται. Παρακολουθείται από νευρολόγο, κάνουμε τα τεστ της κάθε εξάμηνο. Έχει προχωρήσει, όμως, ο διαβήτης. Της έχει καταστρέψει το ένα μάτι, κάναμε επέμβαση, στο άλλο κάνουμε ενέσεις στην ωχρά κηλίδα. Ναι, οπότε είναι λίγο δύσκολη η κατάσταση της” μας εξομολογείται η κυρία Ε., που την φροντίζει. Όταν την ρωτήσουμε ως φροντίστρια, αν υπάρχουν εντάσεις μεταξύ τους, εκείνη μας απαντάει: “Ναι. Αν της φέρεις αντίρρηση σε πράγματα, που είναι εκτός λογικής, αλλά αυτή τα θεωρεί δικά της, δηλαδή αν της πάρεις πράγμα που το θεωρεί δικό της, ενώ δεν είναι, ή ότι τρώει πολύ εκεί μεταλλάσσεται και γίνεται επιθετική. Παίρνει, βέβαια, χάπι, για να είναι καλή η συμπεριφορά της, για αυτό είναι συνήθως καλή. Έχει κάποιες εξάρσεις, αλλά ελέγχεται ακόμη”.

Τα ισχαιμικά επεισόδια του παππού μου

Οι τύποι των εγκεφαλικών επεισοδίων, Φωτογραφία αρχείου

Όταν υπάρχει μια ασθένεια μέσα στο σπίτι σου πάντα προσπαθείς να την καλύψεις. Όμως, ως ένα μέλος της κοινωνίας πιστεύω ότι υπάρχουν και άλλα παιδιά, που βιώνουν παρόμοιες καταστάσεις με εμένα. Είναι δύσκολο να βλέπεις τον δικό σου άνθρωπο να έχει παραδώσει τα όπλα, παρόλο που όπως μας είπε η κυρία Καραμιχάλη: “υπάρχουν αυτή την στιγμή πάρα πολλά όπλα για να πολεμήσουμε τις επιπλοκές και τον ίδιο το διαβήτη και ένας ασθενής που έχει διαβήτη δεν πρέπει να είναι απελπισμένος”. Στην περίπτωση του παππού μου, παρόλη την φαρμακευτική αγωγή που παίρνει, βλέπουμε εγώ και η οικογένεια μου έναν άνθρωπο, που έχει παραδοθεί αμαχητί τα όπλα. Διαγνώστηκε με ζάχαρο, μετά από ένα ατύχημα που είχε. Μέσα στην τύχη του, διότι θα μπορούσε να ήταν νεκρός τώρα, που σας διηγούμαι την ιστορία του, έκανε μια έκρηξη αδρεναλίνης. Από τότε, όμως δεν δείχνει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός. Στην περίοδο της πανδημίας, όπου εκεί είχαμε την πλήρη παραίτηση, διαγνώστηκε με ισχαιμικά εγκεφαλικά επεισόδια, εξαιτίας του πολύχρονου αρρύθμιστου ζαχάρου. Εμείς το μόνο που είχαμε παρατηρήσει ήταν ο τρόπος που περπατούσε. Περπατούσε αργά με κολλημένα τα πόδια του στο πάτωμα, το οποίο, όπως μας εξήγησε ο νευρολόγος είναι ένα από τα παρκινσονικά συμπτώματα. Μόνο στις σκάλες, σήκωνε τα πόδια του όσο έπρεπε, για να μην σκοντάψει και πέσει από αυτές. Στην συνέχεια ήρθε και το δεύτερο χτύπημα. Ο παππούς έχει εδώ και αρκετά χρόνια τα ηλικιακά προβλήματα που εμφανίζονται στην όραση κάθε ανθρώπου. Κάποια στιγμή, μέσα στην πανδημία και αυτό, άρχισε να μας παραπονιέται ότι από το ένα μάτι του έβλεπε θολά. Η γιαγιά μου κατάλαβε ότι ήταν η αρχή του τέλους για εκείνο το μάτι και είχε δίκιο. Αφού επισκέφθηκαν τον νευρολόγο και τον οφθαλμίατρο, που εμπιστεύεται ο παππούς, διαγνώστηκε με μειωμένη όραση στο αριστερό μάτι. Από τότε ο παππούς μου ξεκίνησε να κάνει ενέσεις στην ωχρά κηλίδα και του χορηγείται ειδική αγωγή για να διαφυλάξουμε, όσο περισσότερο μπορέσουμε το εναπομείναν μάτι του και την όρασή του.

Ανθούλα Τσολάκη: “Η διάγνωση δεν είναι ταφόπλακα”

Παρόλα, αυτά, μέσα από τις δυσκολίες, που μας περικυκλώνουν, τόσο εμάς τους φροντιστές, από τις επιπτώσεις που επηρεάζουν τον δικό μας άνθρωπο, όσο και τους ασθενείς, πρέπει να βρούμε την δύναμη να συνεχίσουμε να παλεύουμε όχι μόνο για να προστατεύσουμε τον άνθρωπό μας από την χειρότερη δυνατή επιπλοκή, την οποία μπορεί να πάθει από μια ασθένεια, αλλά και να του δώσουμε την κινητήρια δύναμη να την αντιμετωπίσει με σθένος, ακόμα και αν ξέρουμε ότι υπάρχει η περίπτωση ότι δεν θα τα καταφέρει. Αλλά, όπως λέει και η κυρία Καραμιχάλη: “Κύριο μέλημα είναι το να καταλάβει ο ασθενής ότι το 50% της θεραπείας το κατέχει ο ίδιος και την άλλη μισή θεραπεία θα την κάνει ο γιατρός με εξωγενή χορήγηση φαρμάκων, είτε με ινσουλίνη είτε μέσω δισκίων. Αλλά το 50% δηλαδή την μισή δουλειά την κάνει ο ασθενής με την άσκηση, τη σωστή ενυδάτωση, και τη διατροφή. Αν αυτό το 50% δεν γίνει σωστά από τον ασθενή το άλλο 50% δεν μπορεί μόνο του να το διορθώσει. Ενώ, αντιθέτως, αν ο ασθενής το κάνει σωστά σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να μειωθεί και η χορήγηση των φαρμάκων, γιατί είναι πιο σημαντικό το 50% του ασθενή από αυτό που κάνουμε εμείς”. Επίσης, η κυρία Τσολάκη πιστεύει ότι η διάγνωση δεν είναι ταφόπλακα, αλλά “Μας δίνει προκλήσεις, στις οποίες εμείς θα πρέπει να βρούμε τρόπους, για να αντιμετωπίσουμε αποδοτικά μια ασθένεια”. Για αυτό, συμπληρώνει: “Όταν υπάρχει μια ασθένεια, πρέπει να συμμορφώνεται η οικογένεια με τις ανάγκες του ασθενή και όχι ο ασθενής στα πλαίσια της οικογένειας, για το όφελος του ασθενούς. Πρέπει να προσαρμοστούμε όλοι μαζί, για να μην μαλώνουμε, ο καβγάς σε μια οικογένεια, η ένταση, το στρες μειώνει την έκταση ζωής και του ασθενούς και του φροντιστή. Διαταράσσει την σχέση εμπιστοσύνης. Διαταράσσει τις σχέσεις τις θεραπευτικές, που θα έχει με τον θεράποντα και ο ένας μπαίνει στην διαδικασία να κατηγορήσει τον άλλο. Έφαγε αυτό, εκείνο και το άλλο, για παράδειγμα. Και τελικά η τριβή δεν οδηγεί πουθενά. Πρέπει όλοι μαζί να έχουν ένα κοινό μπούσουλα και να προσπαθούν όλοι μαζί να κάνουν όσο γίνεται το δυνατό καλύτερο. Εννοείται πως δεν είναι ευθύνη του περιβάλλοντος η συμμόρφωση του ασθενούς, αλλά μπορούν να προσαρμόσουν κάποιες συνήθειες που θα είχαν που θα μπορούσαν να δυσκολεύουν την συμμόρφωση του ασθενούς, συνειδητοποιώντας ότι πρέπει να το αναγνωρίσουμε το πρόβλημα, να καταλάβουμε την ανάγκη του ασθενούς, που υπάρχει, και να προσπαθήσουμε να το τροποποιήσουμε στο μέτρο του δυνατού την συμπεριφορά μας. Αλλά είναι ίδιον της ανθρώπινης φύσης να θέλει να βάζει το εγώ του και τα θέλω του πάνω από τους άλλους”.  


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *